Τί είναι η πίστη; Μήπως είναι μια απεγνωσμένη προσπάθεια να εξηγήσουμε τα όσα δεν καταλαβαίνουμε; Μήπως είναι η απύθμενη αγάπη για κάτι που ελπίζουμε πως είναι αληθινό; Ή μήπως πάλι είναι ένα δημιούργημα του ανθρώπου σε μια προσπάθεια να ελέγξει τον κόσμο και να τον κάνει να φοβάται τις συνέπειες των διαφορετικών -άσχετα αν είναι καλών ή κακών- πράξεων του και σκέψεων του; Για κάθε άνθρωπο, υπάρχει μια διαφορετική απάντηση σε αυτό το ερώτημα, μια διαφορετική ερμηνεία, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως η μια εκδοχή αναιρεί την άλλη. Το μόνο σίγουρο είναι πως υπάρχουν πολλά θετικά στο να ψάξουμε εις βάθος την απάντηση, αλλά και να αναρωτηθούμε τί κρύβεται πίσω από τα δικά μας πιστεύω και την -υπαρκτή και μη- θρησκεία μας, καθώς έτσι θα μπορέσουμε να καταλάβουμε καλύτερα το ποιοι είμαστε αλλά και να διασχίσουμε με πιο προσεκτικό και αποτελεσματικό τρόπο τα περιπλεγμένα και σύνθετα μονοπάτια του μυαλού μας.
Βοήθεια για το εν λόγω εγχείρημα βρίσκουμε σε διάφορα σημαίνων μέσα, όπως βιβλία και ταινίες, τα οποία μας προσφέρουν τροφή για σκέψη είτε με προφανείς είτε με έμμεσους, κρυμμένους τρόπους, αυτήν την φορά όμως την βρήκαμε στο πιο αναπάντεχο δημιούργημα, ένα βιντεοπαιχνίδι. Λόγος για το INDIKA, τον νέο τίτλο του ρωσικού στούντιο ανάπτυξης Odd Meter, ο οποίος εξιστορεί την περιπέτεια μιας μοναχής που έρχεται αντιμέτωπη με τα πιστεύω της, και εν συνεπεία ολόκληρη την ζωή της, μέσα από ένα φαινομενικά απλό ταξίδι.
Το INDIKA μας τοποθετεί στην Ρωσία του 19ου αιώνα, όπου γνωρίζουμε την Indika, μια νεαρή, γλυκομίλητη, και φιλεύσπλαχνη μοναχή. Παρά τα θετικά της χαρακτηριστικά όμως, οι υπόλοιπες μοναχές της αποκομμένης από τον υπόλοιπο κόσμο μονής δεν δείχνουν να την συμπαθούν ιδιαίτερα, αντιθέτως κάποιοι θα έλεγαν πως την μισούν κιόλας, λόγω της παραξενιάς της και των άτσαλων κινήσεών της. Α, και, το γεγονός ότι της μιλάει ο διάβολος σίγουρα δεν βοηθάει.
Η φωνή του διαβόλου, ή τουλάχιστον αυτό που πιστεύει η Indika πως είναι ο διάβολος αλλά θα μπορούσε να έχει πολλές ερμηνείες, δεν συμπεριφέρεται όπως θα περιμέναμε από τον διάβολο να συμπεριφερθεί. Δεν μιλάει χυδαία, δεν την σπρώχνει να κάνει πράξεις που θεωρούνται καθολικώς κακόβουλες, και δεν την μεταμορφώνει σε ένα τέρας. Αντιθέτως, απολαμβάνει τον ρόλο του αφηγητή της ιστορίας της, μιλώντας πολλές φορές μέσα στο κεφάλι της χωρίς να απευθύνεται στην ίδια, ενώ άλλες φορές θέτει δύσκολα ερωτήματα για την πίστη της και το ποια είναι, παρακινώντας την να ψάξει βαθιά μέσα στην ψυχή της.
Υπάρχουν όμως και ορισμένες φορές που ο διάβολος αλλάζει την πραγματικότητα γύρω της, προσφέροντάς μας διασκεδαστικές σκηνές με μαύρο χιούμορ, αλλά βάζοντας την πρωταγωνίστριά μας σε άβολη ή και άτυχη θέση. Και, μιας και οι υπόλοιπες μοναχές γύρω της δεν μπορούν να δουν τα όσα βλέπει η ίδια, παρά μόνο το τελικό αποτέλεσμα που συνήθως είχε να κάνει με κάποιο ατύχημα εντός των ιερών χώρων, αποφάσισαν πως έπρεπε να την απομακρύνουν για όσο περισσότερο μπορούσαν από κοντά τους, δίνοντάς της λοιπόν μια αποστολή: να παραδώσει ένα γράμμα -το οποίο δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να διαβάσει- σε μια άλλη πόλη.
Ως αθώα και πρόθυμη για τα πάντα κοπέλα, η Indika φυσικά δέχθηκε την εν λόγω αποστολή σε μια προσπάθεια να δείξει την πραγματική της αξία στις αδελφές της, ξεκινώντας ένα ταξίδι το οποίο ούτε σύντομο ήταν, αλλά ούτε και εύκολο. Κατά την διάρκειά του όμως γνώρισε τον Ilya, έναν δραπέτη ο οποίος με την σειρά του διακατέχει μια παράξενη σχέση με την θρησκεία, πιστεύοντας πως ο Θεός τον επέλεξε ως εκλεκτό αφού πρώτα του χάρισε την ζωή -παρόλο που δεν μπόρεσε να σώσει το χέρι του, το οποίο είναι προφανές για τους πάντες πέρα από τον ίδιο πως μπορεί να του κοστίσει την ζωή λόγω γάγγραινας.
Έτσι λοιπόν, οι δύο αναπάντεχοι αλλά παραδόξως ταιριαστοί συνταξιδιώτες ξεκινούν μια περιπέτεια με σκοπό να φτάσουν στο Spasov και να βρουν το Kudets, ένα θρησκευτικό τεχνούργημα που έχει γίνει γνωστό ως θεραπεία για “σωματικές επιπλοκές και θλίψεις της ψυχής”, το οποίο όχι μόνο θα μπορέσει να θεραπεύσει το χέρι του Ilya, αλλά ίσως και να απομακρύνει τον διάβολο από το μυαλό της Indika, και να την αφήσει να επιστρέψει στην μονή.
Κατά την διάρκεια του ταξιδιού τους, οι δύο χαρακτήρες μας προσφέρουν πολυάριθμες βαθιές και γεμάτες τροφή για σκέψη συζητήσεις, αναλύοντας θέματα που αφορούν την πίστη, το αντίκτυπο στις ζωές τους, και το ποιοι πραγματικά είναι. Μέσα από αυτές γνωρίζουμε καλύτερα τον Ilya και τον δονκιχωτικό του χαρακτήρα, ερχόμαστε πιο κοντά στην Indika και αντιλαμβανόμαστε ολοένα και περισσότερο την επιρροή που ασκούν οι ερωτήσεις του διαβόλου πάνω της, ενώ παράλληλα προσπαθούμε και εμείς οι ίδιοι να δούμε ποια είναι η στάση μας απέναντι στα ερωτήματα που θέτουν, τοποθετώντας μας κατά κάποιον τρόπο μέσα στην συζήτηση.
Πέρα όμως από τα υπαρξιακά θέματα που προσπαθούμε να βάλουμε σε μια τάξη, τα οποία και είναι το “μεδούλι” της υπόθεσης, αυτό που αγάπησα ιδιαίτερα στο INDIKA είναι η πρωταγωνίστριά του, και το πόσο προσιτή είναι, παρά την εμφάνισή της. Η μελωδική και απαλή φωνή της, τόσο στα Ρωσικά όσο και στα Αγγλικά, ο τρόπος με τον οποίον “πειράζει” τα χέρια της όταν την κατακλύζει το άγχος, η γρηγοράδα της σε ορισμένες χιουμοριστικές απαντήσεις, όλες οι μικρές λεπτομέρειες που την συνθέτουν μας “παραδίδουν” έναν άνθρωπο οικείο και προσηνή, τον οποίον απολαμβάνουμε να έχουμε δίπλα μας, και κάνει την συνολική εμπειρία τόσο καλύτερη.
Ένα ακόμη δυνατό κομμάτι του INDIKA είναι ο κόσμος του τίτλου, και η συνολική ατμόσφαιρα που αποπνέει σε κάθε του γωνιά. Τοποθετώντας μας σε έναν παγωμένο, σχεδόν πνιγμένο από το χιόνι βιομηχανικό 19ο αιώνα, ερχόμαστε συνεχώς αντιμέτωποι με πολλές -περισσότερες θα έλεγε κανένας από 50- αποχρώσεις του γκρι, με μουντά τοπία και ακόμη πιο μουντό καιρό. Η ατμόσφαιρα αυτή ταιριάζει γάντι με το ταξίδι της Indika και προσάπτει στις δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπίσει, ενώ το κοντράστ με τον σουρεαλισμό που αντικρύζουμε αρκετά τακτικά στον τίτλο είναι κατ’ εμέ πρωτόγνωρο.
Και αυτό γιατί ο τίτλος, παρόλο τον ρεαλισμό που προσφέρει στις ανησυχίες και τις σκέψεις των χαρακτήρων του, αλλά και το γενικό αίσθημα πως βρισκόμαστε στον πραγματικό κόσμο, είναι ποτισμένος από παράξενες λεπτομέρειες που δεν θα έπρεπε να πλέουν παράλληλα με την πραγματικότητα. Από ένα εργοστάσιο που μετακινεί ψάρια ίσα με πολεμικά πλοία και μας “αναγκάζει” να σκαρφαλώνουμε πάνω σε υπερμεγέθης κονσέρβες λες και βγήκαμε από το “Αγάπη μου, συρρίκνωσα τα παιδιά”, έναν εχθρικό σκύλο που μοιάζει λες και βγήκε από το Resident Evil Village, μέχρι και ολόκληρες πέτρινες γέφυρες τις οποίες και μεταφέρουμε με γερανούς λες και παίζουμε με LEGO, υπήρξαν πολυάριθμες στιγμές που με έκαναν να πω “τί στο καλό συμβαίνει εδώ;”.
Παρόλα αυτά, με εντυπωσίασε ιδιαίτερα το γεγονός πως οι χαρακτήρες του τίτλου δεν έδειχναν να αναγνωρίζουν τις εν λόγω αλλοκοτιές και συμπεριφέρονταν λες και είναι κανονικό κομμάτι της ζωής τους, πράγμα που με έκανε πολλές φορές να αμφισβητήσω πως τα όσα έβλεπα ήταν παράξενα, μέχρι και να νιώσω τρελή που ξεχώριζα την ύπαρξή τους. Παράξενη στυλιστική άποψη ή ακόμη ένας τρόπος από την Odd Meter να μας δείξει πως τα πιστεύω μας μπορεί να αλλοιώνουν και να στρεβλώνουν την πραγματικότητα; Εσείς θα μου πείτε.
Θα έχετε παρατηρήσει φυσικά πως δεν αναφέρθηκα μέχρι στιγμής στο gameplay του τίτλου· τόση ώρα αναλύω ένα βιντεοπαιχνίδι και όχι κάποιο βιβλίο άλλωστε, και η αλήθεια είναι πως δεν έχω να πω και πολλά. Εστιάζοντας σε μεγάλο βαθμό στην δυνατή του ιστορία και στους χαρακτήρες που την ζουν, και εξασφαλίζοντας πως οι παίκτες θα έχουν αρκετή ηρεμία και πολλά περιθώρια να αποκωδικοποιήσουν τα μηνύματα που λαμβάνουν, η Odd Meter αποφάσισε να κρατήσει τα πράγματα αρκετά απλά, προσφέροντας κατά κύριο λόγο ένα γραμμικό gameplay με νότες platforming και ορισμένους εξαιρετικά απλούς γρίφους.
Παρόλα αυτά, ακόμα και το gameplay του τίτλου διακατέχει αρκετές ιδιαιτερότητες, προσφέροντας για παράδειγμα στους παίκτες ένα απλοποιημένο level-up σύστημα, όπου μαζεύοντας πόντους θα μπορέσουν να ξεκλειδώσουν περισσότερα “perks” μέχρι να φτάσουν στο απόλυτο επίπεδο πίστης. Για ακόμη μια φορά όμως, το σύστημα αυτό δεν βγάζει ιδιαίτερο νόημα, και οι ίδιοι οι πόντοι καταλήγουν παντελώς άχρηστοι, με τον μόνο λόγο ύπαρξής τους να είναι ακριβώς αυτό· η ύπαρξή τους.
Ακόμη, υπήρξαν ορισμένα περιστατικά όπου ο διάβολος στο κεφάλι της άλλαζε ολόκληρη την πραγματικότητα, διώχνοντας το γκρι και φέρνοντας ένα βαθύ, εφιαλτικό κόκκινο, στρεβλώνοντας παράλληλα το περιβάλλον γύρω της ώστε να ξεκλειδώσει νέα μονοπάτια, κάτι που Indika μπορούσε να σταματήσει κάνοντας προσευχή, ενώ το κερασάκι στην τούρτα ήταν οι αναμνήσεις της πρωταγωνίστριάς μας, τις οποίες βλέπαμε από ένα εντελώς διαφορετικό genre παιχνιδιού, τύπου top-down pixel art.
Το μεγαλύτερο -και ίσως το μοναδικό- αρνητικό του INDIKA είναι ο τεχνικός του τομέας, καθώς παρόλο που ο τίτλος προσφέρει όμορφα και λεπτομερή γραφικά με ικανοποιητικά μοντέλα χαρακτήρων, παρατηρήθηκαν πολυάριθμα frame-drops σε φαινομενικά άσχετες στιγμές, ενώ πολλές φορές ήρθα αντιμέτωπη με θολά textures και άτσαλα τοποθετημένες λεπτομέρειες στο περιβάλλον. Κανένα από αυτά δεν ήταν αρκετά για να χαλάσουν την συνολική εμπειρία, αλλά σίγουρα χρίζουν διόρθωσης εν μέσω κάποιου μελλοντικού patch.
Συμπέρασμα
Όμορφο, στοχαστικό, και πάρα πολύ περίεργο, το INDIKA είναι ένα πείραμα που θα έπρεπε να βλέπουμε πιο συχνά στην gaming βιομηχανία. Προσφέρει μια ποιητική και εξαιρετικά δυνατή ιστορία, προσιτούς χαρακτήρες με τους οποίους δενόμαστε αυτοστιγμεί παρά την μικρή του διάρκεια, και άφθονη τροφή για σκέψη και προβληματισμούς που θα μας συνοδεύσουν για πολύ καιρό. Και, με έναν τίτλο σαν και αυτόν να είναι το πρώτο δημιούργημα της Odd Meter, μπορώ με σιγουριά να πω πως ανυπομονώ να δω τί μας επιφυλάσσει το μέλλον!
Ο τίτλος μας παραχωρήθηκε από την εκδότρια εταιρία για τις ανάγκες του review.